Φρέσκα

Την πρόδωσαν οι κάλτσες

Ο Χρόνος είναι ο ένας και μοναδικός Θεός και είναι Ανίκητος.

Βιτάλια Ζίμμερ.

 

Και εκεί που εκείνος σχέδια άλλα για το μέλλον έκανε, αποδεχόμενος την ήττα της απώλειας των τέκνων, ήρθε ένα μήνυμα λιτό.

«Μπαμπά, θέλω στο σπιτικό σου να ‘ρθω να σε δω».

Εκεί που ήταν και προσπαθούσε να περάσει όμορφα, δίπλα στη θάλασσα με ένα laptop προβλήματα να λύνει, συντροφιά με φίλο καρδιακό κι ένα καλό αδέσποτο σκυλί στα πόδια του να κοιμάται, τα χάδια του καλού ανθρώπου να απολαμβάνει. Μία φιλία περιστασιακή ανάμεσα στον άνθρωπο και στο ζώο που κάποιες φορές από τους γύρω περισσότερα νιώθει καταλαβαίνει.

Το βλέμμα και η έκφραση πάγωσε, πλάνα αμέσως άλλαξε, ταξίδια τα ματαίωσε και τελικά το ραντεβού το έκλεισε. Άλλο μήνυμα δεν έλαβε, το ρίσκο όμως ανύπαρκτο. Είναι ο ισχυρός όμως και το ξέρω. Κι όταν ο ισχυρός το ξέρει πως είναι ο ισχυρός, τότε δεν χρειάζεται κάτι πια να κάνει.

Κι ήρθε η μέρα εκείνη, καλοκαίρι μέσα στο καυτό το μεσημέρι. Το παιδί πήγε στο σπίτι και τον πατέρα του τον είδε να είναι καλά, να έχει στήσει ακόμα ένα σπιτικό που θα το ζηλεύαν όλοι. Η συνάντηση ήταν ψυχρή μα όχι άσχημη. Εκείνος είχε την διαίσθηση με τίποτα δεν ρώτησε και μυστικό το κράτησε από όλους. Η μάνα η κακίστρω τίποτα δεν είχε καταλάβει, διακοπές στην παραλία ήταν με σύντροφο νέο και τα παιδιά παρατημένα. Λίγα λεφτά τους πέταξε, έτοιμο φαγητό να παραγγέλνουν.

Οι επισκέψεις συνεχίσθηκαν με άκρα μυστικότητα και μια μέρα πήγαν ρούχα να αγοράσουν. Το παιδί διάλεγε ρούχα με φειδώ. Δυο πράγματα επέλεξε και ξαφνικά του ζήτησε να πάρουνε και κάλτσες.

«Μπαμπά, να πάρω και κάλτσες;»

Εκείνος είπε αδιάφορα το «ναι», μα μέσα του κατάλαβε πως κάτι σοβαρό έχει συμβεί. Οι κάλτσες είναι μέριμνα της μάνας, σκέφτηκε. Και σαν πήγαν στο σπίτι, φαγητό μαγείρεψε για το παιδί του, που ήταν πεινασμένο. Κάποια στιγμή του είπε «καλό μου παιδί στο σπίτι σας κάτι συμβαίνει». Το παιδί αρνήθηκε και είπε πώς όλα είναι καλά, απλά ήρθε η στιγμή τον πατέρα του να δει.

Τις άλλες μέρες κοιμήθηκε εκεί, ώσπου ένα βράδυ του είπε τι έχει γίνει. Παρατημένα είναι δυο παιδιά. Το ένα παιδί λείπει όλη μέρα και η μάνα του δεν ξέρει που γυρνά και ούτε ένα τηλεφώνημα δεν κάνει. Εκείνη κάνει διακοπές με τα λεφτά της διατροφής και φωτογραφίες από τις ξαπλώστρες συνέχεια τους στέλνει.

  • Μπαμπά…Να έρθω να μείνω μαζί σου;
  • Ναι.

Ένα ξερό «ναι», γεμάτο σιγουριά ήταν η συμφωνία. Το παιδί είναι και παιδί, μα είναι πια και άντρας. Την άλλη μέρα πήγε στο σπίτι το άλλο που η μάνα έλειπε. Πήρε δυο ρουχαλάκια και άλλα δυο βρακάκια σκισμένα και ξηλωμένα και αυτό ήταν… Μετοίκησε… Ήρθε στο νέο του σπίτι με μια τσαντούλα στην πλάτη κρεμασμένη, σαν τον μετανάστη που όλο το βιός του ήταν μέσα στο δισάκι. Μέσα είχε αυτά τα δύο ρουχαλάκια μα ήταν χαρούμενο, ένας νέος κόσμος χτίζεται, ένας καινούργιος ήλιος ανατέλλει…

Κι εκείνη κάκιωσε ακόμα πιο πολύ. Τα ρούχα του δεν έδινε και με το ζόρι τα ‘στειλε με άλλον τρίτο λες κι ήταν ξένοι. Του κράτησε όμως πάρα πολλά, φωτογραφίες του δεν έδωσε, λες και θέλει το παρελθόν του να το σβήσει. Άχρηστη μάνα και γυναίκα, τίποτα δεν έχεις καταλάβει. Ο Χρόνος είναι ο ένας και μοναδικός Θεός και είναι Ανίκητος. Κι εκείνη έξω από την πόρτα κρέμασε χαρτί ντροπής… και κλειδαριές τις άλλαξε.

Ανένδοτη για συμφωνία βρέθηκε σε δικαστήριο με γυναίκα δικαστίνα. Τέτοια ήττα για γυναίκα στην Ορθόδοξη Ελλάδα είναι σπάνια. Κι η εξήγηση είναι απλή. Μόλις το παιδί ξέφυγε από την μάνα, γυναίκες πολλές βοήθησαν, με άλλον τρόπο καθεμιά, την ψυχούλα του να σώσουν. Άντρας δεν νικάει μια γυναίκα, αλλά εννιά γυναίκες είναι ανίκητες…Κάθε βήμα της είχε προβλευθεί με ακρίβεια.

Κι ήταν κι άλλος ένας άνθρωπος μεγάλος μα στην ενέργεια σαν έφηβος. Στο γήπεδο πρώτη φορά το τέκνο κάλεσε με εισιτήριο δωρεάν και το παιδί είδε πρώτη φορά το πράσινο τερέν σε διαστάσεις τρεις, όχι όπως στην TV. Πόσο έκλαψα από χαρά για αυτό. Για άλλους δεν είναι τίποτα, μα για το παιδί ήταν μια στιγμή μεγάλη. Μια ανάμνηση που θα μείνει πάντα στην μνήμη του εφήβου, με καλλιγραφία χαραγμένη.

Κι εκείνη η γάτα η ημίαιμη που η άγρια ομορφιά της όλους τους σαγηνεύει, λες και το ΄ξερε και κάθε βράδυ με το παιδί κοιμόταν. Αυτή η χνουδωτή συντροφιά με την θετή του αδερφή ήταν καταλυτική και μόνο καλό του κάνει. Το παιδί κατάλαβε πως αν το άγριο ζώο έναν άνθρωπο αγαπά, τότε ο αυτός άνθρωπος είναι καλός…Παιδάκι μου καλό, δεν φταις εσύ!

Το παιδί είναι καλά, σταμάτησε στους δρόμους να γυρνάει, στα μαθήματα έγινε καλός και τον κόσμο αγαπάει. Κι εκείνη την έχουν απλά ξεχασμένη, αδιαφορώντας αν ζει, πώς ζει και αν πεθαίνει…

Ο Χρόνος δεν είναι μόνο ο Θεός.

Ο Χρόνος είναι και γιατρός…όχι για όλους, γιατί για μερικούς είναι η ισόβια καταδίκη…